Σχεδόν είχα ξεχάσει ότι μου συνεβει. Είχα πείσει τόσο πολύ τον εαυτό μου, που συνειδητοποίησα το περιστατικό αργότερα.
Ήμουν έφηβη τότε , χειρουργημενη, για μέρες μεταξύ ζωης και θανάτου.Ηταν δίπλα μου σε όλες τις φάσεις του διαστήματος που νοσηλευτικα (30 ημέρες)
Με έβλεπε γυμνή, να κλαίω, να ουρλιαζω από πόνο,σχεδον σκελετωμενη.Δεν ντρεπόμουν, ένιωθα όλους τους γιατρούς οικογένεια και στήριγμα μου στην περιπέτεια αυτή. Ένα βράδυ η πτέρυγα ήταν άδεια, η μητέρα μου είχε βγει να αγοράσει φαγητό όντας πλάι μου μέρα νύχτα. Ήταν η τέλεια ευκαιρία του,με πρόφαση την καθημερινή εξέταση της τομης μου. Τελειώνοντας την εξέταση με χαιδεψε σε σημείο που δεν θα έπρεπε χωρίς τη συναίνεση μου. Πάγωσα. Πίστεψα ότι δεν κατάλαβα καλά. Ότι δεν είμαι καλά και παρεξήγησα. Πως μπόρεσε; Παραλίγο να χάσω τη ζωή μου, το ήξερε και εκμεταλλευτηκε την αδυναμία μου χωρίς ντροπή. Πήρε το κινητό μου με θράσος θέλοντας να γίνουμε φίλοι στο Facebook ώστε να μαθαίνει πως πάει η υγεία μου όταν βγω, είπε.
Ήμουν 16. Σήμερα είμαι 21 και ακόμα νιώθω ντροπή και φόβο να μιλήσω. Αν αντιδρούσα? Αν μιλούσα? Αν, αν, αν.
Μακάρι να βρω το θάρρος να μιλήσω έστω στην οικογένεια μου για αυτό το περιστατικό.
Ναι βέβαια μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το αρχικό μου.
Καθότι μετά από καιρό κατάλαβα όντως τι μου είχε συμβεί
Φοβήθηκα πως θα πουν ήταν η ιδέα σου, παρεξήγησες και όλα τα σχετικά
Γενικά το έθαψα.